Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί:"Αδελφοί Γιερσόφ", του Β. Κοτσέτοφ
Δευ, Ιαν 17, 2022
Μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και ποιές είναι οι δυσκολίες στην οικοδόμησή της;
Γιατί ανατράπηκε η ΕΣΣΔ αφού ήταν μια ανώτερη κοινωνία;
Μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς το κίνητρο του κέρδους;
είναι μερικά από τα ερωτήματα και προβληματισμοί που σκεφτόμαστε και ακούμε καθημερινά.
Οι νέοι κομμουνιστές και κομμουνίστριες έχουμε στη διάθεσή μας πολλά όπλα για να απαντήσουμε αυτά τα ερωτήματα, όπως οι Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, το σύγχρονο επαναστατικό του πρόγραμμα, η έκδοση της ΙΕ της ΚΕ «Σοσιαλισμός η απάντηση για τον 21ο αιώνα» κ.ά. Σε αυτή την προσπάθεια να κατανοήσουμε καλύτερα τα συμπεράσματα από την πρώτη προσπάθεια σοσιαλιστικής οικοδόμησης μπορεί να συμβάλει και η ανάγνωση ενός καλού λογοτεχνικού βιβλίου, όπως οι «Αδελφοί Γιερσόφ», του Βσέβολοντ Κοτσέτοφ.
Προφανώς ένα λογοτεχνικό έργο, ένα προϊόν μυθοπλασίας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ιστορική μαρτυρία. Όμως, μέσα από την ανάγνωση, βλέπουμε ζωντανά τις δυσκολίες οικοδόμησης μιας ανώτερης κοινωνίας, τη διαπάλη του καινούργιου με το παλιό. Μπορεί επομένως να λειτουργήσει ως αφορμή για να προβληματιστούμε περισσότερο, να μας δώσει ερεθίσματα για να «σκύψουμε» περισσότερο πάνω στις επεξεργασίες του Κόμματος, να τις κατανοήσουμε πιο ολοκληρωμένα.
«Ο Ντιμίτρι οικοδομούσε την καινούργια ζωή. Και την οικοδομούσε ενσυνείδητα, επίμονα και με συνέπεια»
Το μυθιστόρημα είναι ιστορικά τοποθετημένο την περίοδο του 20ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ (1956). Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος έχουν ως υπόβαθρο τα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, την κοινωνική διαπάλη που αναπτύσσεται για αυτά και βέβαια την αντανάκλασή της στην εσωκομματική διαπάλη. Είναι ένα μυθιστόρημα βαθιά πολιτικοποιημένο, χρονικά τοποθετημένο ίσως την πιο αποφασιστική, την πιο κρίσιμη περίοδο για την σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ. Αυτό διότι την περίοδο εκείνη υιοθετήθηκαν μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις για τα ζητήματα της οικονομίας, της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος και των διεθνών σχέσεων. Άλλαξε ο συσχετισμός στη διαπάλη που διεξαγόταν όλη την προηγούμενη περίοδο, με στροφή υπέρ των αναθεωρητικών - οπορτουνιστικών θέσεων, με αποτέλεσμα το Kόμμα σταδιακά να χάνει τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά.
Μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος ερχόμαστε σε επαφή με ένα ψηφιδωτό ανθρώπων της σοβιετικής κοινωνίας: με την εργατική τάξη των ορυχείων, των μεταλλείων, εργάτριες της αλιευτικής παραγωγής, επιστήμονες, μηχανικούς, γιατρούς, καλλιτέχνες. Η βασική πλοκή του έργου ξετυλίγεται σε μια επαρχιακή βιομηχανική πόλη, το επίπεδο ζωής της οποίας φέρει ακόμα τα σημάδια από τις καταστροφές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ανωτερότητα της νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού, προβάλει μέσα από το έργο. Αναδεικνύεται η προσπάθεια ανάπτυξης της δημιουργικής πρωτοβουλίας των εργαζομένων στη συμμετοχή τους για την επεξεργασία και εκπλήρωση των σχεδίων ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας, την άνοδο των ρυθμών της επιστημονικής και τεχνικής προόδου, στο έδαφος των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής και του εργατικού ελέγχου. Διαβάζουμε στις σελίδες του μυθιστορήματος:
«Χιλιάδες προτάσεις μπήκαν σε εφαρμογή στο εργοστάσιο αυτόν το χρόνο για την παραγωγή. Εκατομμύρια ρούβλια οικονομία. Άκου. Έλα να δεις. Σε κάθε συνεργείο κρέμονται πινακίδες με θέματα για πιθανές προτάσεις. Ο κάθε εργάτης ξέρει στα διάφορα τμήματα για ποια συγκεκριμένα σημεία της οργάνωσης της παραγωγής και της χρησιμοποίησης της τεχνικής τί χρειάζεται. Υπάρχουν γραφεία, δωμάτια εφευρετών και μελετητών. Έχουν στη διάθεσή τους ειδικούς για να τους συμβουλεύονται (…)».
«Στο γραφείο του Τσιμπίσοφ μόλις τελείωσε η σύσκεψη. Συνεδρίαζαν κοντά 6 ώρες. Συζήτησαν για τη δυνατότητα αύξησης της παραγωγής χυτοσίδηρου και ατσαλιού χωρίς καινούργια επέκταση του εργοστασίου. Οι υπεύθυνοι των συνεργείων έκαναν σημαντικές και εποικοδομητικές προτάσεις για την αύξηση της παραγωγής του μετάλλου όχι λιγότερο από 10-12%. Κάτι που αντιστοιχούσε σε τεράστια ποσότητα σε τόνους».
Ακούμε τον διευθυντή του εργοστασίου να συμβουλεύει τους διευθυντές των επιμέρους τομέων: «Μονάχα μη κλειστείτε στα σχέδιά σας. Να πάρουν πλατιά μέρος στην εξέτασή τους οι ίδιοι οι μεταλλουργοί. Ξέρετε τι ωριμότητα έχει η εργατική τάξη. Καμιά φορά κάνει προτάσεις που ούτε ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να τις σκεφτεί».
Η αλλαγή του κινήτρου της παραγωγής αποτυπώνεται όμορφα σε μια σκηνή του βιβλίου όπου διαβάζουμε: «ακούγοντάς τον να μιλάει, άρχισε να νιώθει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν κυριαρχούσε στη μηχανή απλά και μόνο για να την εξουσιάσει. Αυτό ήταν δευτερεύον. Όχι! Τα βαριά, πυρωμένα κομμάτιa ο Ντιμίτρι τα μετακινούσε σύμφωνα με τη θέλησή του για ένα άλλο σκοπό. Τα προόριζε για εκείνον που βρισκόταν έξω από τα όρια του συνεργείου – για το λαό. Ο Ντιμίτρι οικοδομούσε την καινούργια ζωή. Και την οικοδομούσε ενσυνείδητα, επίμονα και με συνέπεια».
Μέσα από την αφήγηση παρουσιάζονται βέβαια και οι αδυναμίες που εκφράζονταν, προβλήματα που εμφανίζονταν και δεν επιλύονταν στη σωστή κατεύθυνση. Διάχυτα στο έργο ξετυλίγονται διαφορετικές απόψεις που εκφράζονταν στα πλαίσια του εργατικού ελέγχου για διάφορα τεχνολογικά ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία εξόρυξης και τη μεταλλουργία. Το ζήτημα βέβαια δεν είναι ποιος έχει δίκιο ή άδικο στο τεχνικό μέρος, αλλά ποιος είναι ο σκοπός της αντικατάστασης μιας ξεπερασμένης τεχνικής ή και μορφής οργάνωσης της παραγωγής. Εξάλλου, αυτό που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις δεν ήταν αν ο Κεντρικός Σχεδιασμός εμπεριείχε ξεπερασμένα επιστημονικά και τεχνικά στοιχεία στην υλοποίησή του, που βέβαια θα έπρεπε να διορθωθούν, αλλά η υπονόμευσή του με εισαγωγή στοιχείων αγοράς.
Σε αυτό το έδαφος δεν αμβλύνονται, όπως είναι ο στόχος, αλλά οξύνονται κοινωνικές αντιθέσεις και διαφοροποιήσεις. Στο έργο φανερώνονται καθυστερήσεις στην περαιτέρω βελτίωση των όρων διαβίωσης των εργαζομένων, η σημαντική διαφοροποίηση μισθών, ενοικίων, η καθυστέρηση της συνείδησης ως προς τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Βλέπουμε και σε αυτή την πλευρά της κοινωνικής ζωής τη διαπάλη του νέου με το παλιό, πρωτοπόρες γυναίκες όπως η κομσομόλα φοιτήτρια Ιατρικής, η μεταλλειολόγος μηχανικός Ίσκρα που δουλεύει στο εργοστάσιο να αναμετριούνται με σημαντικά κατάλοιπα στη συμπεριφορά και στη συνείδηση των γυναικών, αλλά και των αντρών. Ακόμα, στην αφήγηση αποτυπώνονται κοινωνικά φαινόμενα που η σοβιετική εξουσία παρέλαβε από τον καπιταλισμό, δεν μπόρεσε όμως να τα αντιμετωπίσει ολοκληρωμένα και να τα εξαλείψει, όπως ο αλκοολισμός, ισχυρές διαφορές ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, άλλες κοινωνικές αντιθέσεις, όπως αυτές μεταξύ βαριάς χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας, επιτελικής και εκτελεστικής εργασίας.
Αποτυπώνεται ότι στο βαθμό που δεν λειτουργούσε ουσιαστικά ο εργατικός έλεγχος και η επίλυση τέτοιων προβλημάτων αναζητούνταν προς τη λάθος κατεύθυνση, ακόμα και τίμια κομματικά στελέχη (όπως εμφανίζεται ο Γραμματέας της Επιτροπής Περιοχής, ο Γκαρμπάτσεβ) αδυνατούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην δρομολόγηση λύσεων για επείγοντα λαϊκά προβλήματα, στο έδαφος και των μεγάλων καταστροφών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όσο προχωράει το διάβασμα του έργου, γίνεται αντιληπτό ότι ο κεντρικός ήρωας είναι ο ίδιος ο ρόλος του Κόμματος και της νεολαίας του στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας
Η κομμουνιστική πρωτοπορία, τα μέλη του ΚΚ, παρουσιάζονται με τις αντιφάσεις, τα προτερήματα και τις αδυναμίες τους, όχι απόλυτα ηρωοποιημένα ή αφοριστικά. Βλέπουμε ότι η διαπάλη που εξελίσσεται σε διάφορες φάσεις στο βιβλίο δεν είναι πάντα ανοιχτή. Από τον οπορτουνισμό χρησιμοποιείται η δολοπλοκία, το ψέμα, η συκοφαντία. Στη διαπάλη μπλέκονται και άνθρωποι όχι μόνο ανοιχτά αντεπαναστάτες, αλλά και με ικανότητες, με δυνατότητες να αναδεικνύουν το λάθος, αλλά με στόχο ιδιοτελή, διαχωρίζοντας το ατομικό από το κοινωνικό συμφέρον, όπως ο Ορλεάντσεφ και ο Κρουτίλιτς που συναντάμε στην πλοκή του έργου. Αυτή η διάκριση στόχων δε γίνεται πάντα αντιληπτή από τα τίμια και ανιδιοτελή κομματικά στελέχη. Δε γίνεται αντιληπτή η διαπάλη που κουφοβράζει. Βλέπουμε έτσι τον Γκαρμπάτσεβ να αναρωτιέται στο τέλος του βιβλίου αν θα έπρεπε να είχε αντιδράσει πιο ενεργά στην εξελισσόμενη διαπάλη:
«Μήπως σε κάθε περίπτωση που παρουσιαζόταν κάτι το σάπιο, το αρρωστιάρικο, θα έπρεπε να το αποκαλύπτει με ευθύτητα, καθαρά και ξάστερα, όπως ταιριάζει στους κομμουνιστές, για να τους διαπαιδαγωγεί στο πνεύμα της επαγρύπνησης και της προσήλωσης στις κομματικές αρχές»;
Υπό αυτό το πρίσμα χρειάζεται να προσεγγίσουμε στη διάρκεια της ανάγνωσης την υιοθέτηση του όρου «προσωπολατρία», ο οποίος αξιοποιείται μερικές φορές στο έργο. Με αυτόν τον όρο συμπύκνωνε το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ τα προβλήματα της κομματικής καθοδήγησης που τυπικά ήθελε να αντιμετωπίσει. Στο έργο αναφέρεται ο όρος «προσωπολατρία», και επομένως η ιστορική περίοδος με ΓΓ της ΚΕ τον Στάλιν, ανάγοντας σε αυτήν τα προβλήματα οργάνωσης και διεύθυνσης της σοσιαλιστικής παραγωγής, των σοσιαλιστικών υπηρεσιών. Ο ηγετικός πυρήνας που κυριάρχησε στο 20ο Συνέδριο με το πρόσχημα της αντιμετώπισης της «προσωπολατρίας» και της χρέωσης σ΄ αυτήν υπαρκτών αδυναμιών και προβλημάτων της σοβιετικής κοινωνίας πραγματοποίησε τη δεξιά οπορτουνιστική στροφή.
Επίσης, σημαντικό μέρος του έργου αφορά τη διαμόρφωση κομμουνιστικής συνείδησης της διανόησης, της διαπάλης που αναπτύχθηκε για το ρόλο της στη σοσιαλιστική κοινωνία. Θίγονται και άλλα ζητήματα που αφορούν τη σχέση της τέχνης ως μορφής κοινωνικής συνείδησης με τις νέες σχέσεις παραγωγής. Όλα αυτά κάνουν ενδιαφέρον το μυθιστόρημα, δίνουν τροφή για βαθύτερη μελέτη και δημιουργική σκέψη…
Βιογραφικό του συγγραφέα
O B. Κοτσέτοφ (1912, Νόβγκοροντ – 1973, Μόσχα) ήταν Σοβιετικός συγγραφέας. Εντάχθηκε στο ΚΚΣΕ το 1944. Πρωτοεμφανίζεται στα γράμματα το 1934. Οι νουβέλες του «Στα ερείπια του Νέφσκι» (1946) και «Τα περίχωρα» (1947) είναι αφιερωμένες στα γεγονότα του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Στη μεταπολεμική ζωή του χωριού είναι αφιερωμένα η νουβέλα «Ποιον φωτίζει ο ήλιος» (1949), το μυθιστόρημα «Κάτω από τον ουρανό της πατρίδας» (1950) κ.ά. Το μυθιστόρημά του «Οι Ζουρμπίν» (1952) έγινε κινηματογραφική ταινία το 1954 με τον τίτλο «Η μεγάλη οικογένεια» και είναι ένα από τα σπουδαιότερα έργα της σοβιετικής λογοτεχνίας για την εργατική τάξη. Ο συγγραφέας βραβεύτηκε με δύο παράσημα «Λένιν», με παράσημα της Οκτωβριανής Επανάστασης, του Κόκκινου Αστέρα και μετάλλια.