Επενδύοντας στην εξαγορά συνειδήσεων
Παρ, Ιαν 1, 2021
«…Το Αμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ελλάδος (Ίδρυμα Fulbright) δύναται να επιχορηγείται από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας», σημειώνει το άρθρο 116 του νομοσχεδίου τουΥπουργείου Παιδείας για την αναδιάρθρωση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Μολονότι το συγκεκριμένο ίδρυμα δεν είναι καινούργιο «φρούτο» θα αδράξουμε την ευκαιρία, για να σταθούμε σε ορισμένα ζητήματα ιδεολογικής χειραγώγησης και εξαγοράς συνειδήσεων από τους μετρ στο είδος…
Η είδηση κι η ιστορία
Αποτελεί είδηση ως και «σκάνδαλο» ότι το Υπουργείο που δεν έχει λεφτά για να ικανοποιήσει στο ελάχιστο τα αιτήματα του μαθητικού, γονεϊκού και φοιτητικού κινήματος μπορεί να χρηματοδοτήσει ένα ίδρυμα που στηρίζεται οικονομικά τόσο στην αμερικάνικη κυβέρνηση όσο και σε επιχειρηματικούς κολοσσούς, όπως οι «Coca-Cola», «Eurobank», «Intracom», «Procter & Gamble» κ.λπ.
Πίσω από την είδηση όμως κρύβεται η ιστορία 70 χρόνων παρουσίας του συγκεκριμένου θεσμού στην Ελλάδα. Η ιδέα πιστώνεται στο γερουσιαστή William Fulbright που το 1945 και ενώ η χώρα του προετοιμαζόταν για την ολόπλευρη επίθεση ενάντια στο Σοσιαλισμό, πρότεινε τη χρηματοδότηση της «καλής θέλησης διεθνώς, μέσα από την ανταλλαγή φοιτητών στο χώρο της Εκπαίδευσης, του πολιτισμού και της επιστήμης», από τα κέρδη των πωλήσεων πλεονασματικού πολεμικού υλικού. Επί προεδρίας Χάρι Τρούμαν επικυρώθηκε η πρόταση του γερουσιαστή για τον «εξανθρωπισμό» των διεθνών σχέσεων.
Έκτοτε το Ίδρυμα αυτοσυστήνεται ως η ναυαρχίδα των διεθνών προγραμμάτων εκπαιδευτικών ανταλλαγών των ΗΠΑ. Συνεργάζεται με περισσότερες από 160 χώρες. Στην Ελλάδα από τον Απρίλη του 1948 μέχρι σήμερα έχει απονείμει 6000 υποτροφίες ενώ οι «Fulbrighters» υπολογίζονται σε πάνω από 360.000 σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι περισσότεροι καταλαμβάνουν θέσεις κλειδιά σε αστικούς μηχανισμούς ή επιχειρηματικούς ομίλους. Τριάντα από αυτούς έχουν διατελέσει επικεφαλής κράτους ή κυβέρνησης.
Η αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών είναι ο στόχος που προβάλλει το Ίδρυμα κρύβοντας την ουσία σαν φανταχτερό περιτύλιγμα. Είναι απορίας άξιο πώς μια χώρα που ακόμα και το 2016 δεν είχε εξαλείψει τον αναλφαβητισμό ήδη από το 1946 ξεδίπλωνε ένα τέτοιο φιλόδοξο εκπαιδευτικό πρόγραμμα (όχι υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, αλλά των Εξωτερικών). Η ουσία είναι ότι στην Ελλάδα του 1948 το Fulbright στον τομέα της εκπαίδευσης και το σχέδιο Μάρσαλ στην οικονομία ήταν το αναγκαίο συμπλήρωμα των ναπάλμ που έκαιγαν το Γράμμο. Ήταν το συμπλήρωμα της ατομικής βόμβας που εξαφάνισε 200.000 ανθρώπους σε μια μέρα. Ήταν και παραμένει το συμπλήρωμα μιας πολιτικής πόνου και οδύνης για τους λαούς από τη Λατινική Αμερική ως την Άπω Ανατολή. Μια πολιτική που από τη μια τσάκιζε το εργατικό-λαϊκό, κομμουνιστικό κίνημα σε αυτές τις χώρες και από την άλλη επεδίωκε να εξωραϊστεί μέσω τέτοιων δραστηριοτήτων.
Η παράδοση συνεχίζεται
Το 2019 ένα ανάλογο πρόγραμμα έφτασε στην Ελλάδα πάλι με εκπαιδευτική προβιά. Πρόκειται για το FLEX (Future Leaders Exchange), το οποίο ξεκίνησε το 1992 πάλι ως ιδέα ενός γερουσιαστή που είχε την «ευαισθησία» να δημιουργηθούν γέφυρες φιλίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τιςπρώην σοσιαλιστικές χώρες. Στον απόηχο της αντεπανάστασης οι προτεραιότητες του ιμπεριαλισμού προς στιγμήν στράφηκαν σε αυτά τα παρθένα εδάφη για οικονομική, ιδεολογική και πολιτική διείσδυση. Μέχρι σήμερα το FLEX και τα άλλα ΝΑΤΟϊκά-αμερικανικά προγράμματα που φυτρώνουν και στα ελληνικά πανεπιστήμια σαν μανιτάρια, είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα της προώθησης των αμερικανικών συμφερόντων στην Ανατολική Ευρώπη και Ανατολική Μεσόγειο, ενώ αξιοποιούνται για να καμφθεί ο αντιαμερικανισμός.
Στην Ελλάδα είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα της μετατροπής της χώρας σε μεγάλη αμερικανο-ΝΑΤΟική βάση εφόρμησης στη Βόρειο Αφρική, τη Μαύρη Θάλασσα και τη Μέση Ανατολή, γι αυτό και το FLEX υλοποιείται στα σχολεία στο πλαίσιο του Στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ που με τυμπανοκρουσίες εγκαινίασε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο άλλος δρόμος
Δεν αγνοούμε ότι το περιτύλιγμα αυτών των προγραμμάτων ανταποκρίνεται σε μια πραγματική ανάγκη και στα όνειρα που έχουν πολλοί νέοι για τις σπουδές, την επιστήμη και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Τέτοιου είδους προγράμματα προβάλλονται ως η επιτομή της καινοτομίας, της πρωτότυπης έρευνας, ως μοναδικές τελικά ευκαιρίες αποκόμισης χρήσιμων εμπειριών. Ωστόσο, το αμείλικτο ερώτημα δεν παύει να τίθεται: Επιστήμη για ποιον, με ποιο σκοπό; Όσο κυριαρχούν οι σχέσεις ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η επιστήμη δεν έχει προτεραιότητα την επίλυση παλιών και νέων προβλημάτων της ανθρωπότητας. Καταντά εργαλείο για την κερδοφορία του κεφαλαίου, ο επιστήμονας γίνεται δέσμιος αυτής της κατάστασης και τα επιτεύγματά του είναι εμπορεύματα στην αγορά και όχι αγαθά για την κοινωνία.
Επομένως, η δίψα για γνώση και για ζωή γεμάτη όμορφες εμπειρίες δεν μπορεί να υποτάσσεται στους νόμους της αγοράς και στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Γι΄ αυτό οι νέοι επιστήμονες μαζί με το απαραίτητο καθημερινό αγώνα, για να καταξιωθούν στο χώρο τους οφείλουν να παλέψουν κόντρα σε όσους τους θέλουν φθηνό επιστημονικό δυναμικό, με το βλέμμα στραμμένο στο σοσιαλιστικό αύριο όπου η επιστήμη υπηρετώντας νέες σχέσεις παραγωγής θα οδηγήσει την ανθρωπότητα σε πρωτοφανή επιτεύγματα.