Το σχολείο που φτιάχνουν δεν χωράει τις ανάγκες των μαθητών

Συνέντευξη με τον Κυριάκο Ιωαννίδη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνο του Τμήματος Παιδείας και έρευνας της ΚΕ
Σάβ, Δεκ 4, 2021
Thumb_Paideia_To_sxoleio_pou_ftiaxnoun

Ο μεγαλειώδης αγώνας των εκπαιδευτικών το προηγούμενο διάστημα ενάντια στο νομοσχέδιο που έφερε το Υπουργείο και οι κινητοποιήσεις των μαθητών, έχουν συμβάλει για να ανοίξει για τα καλά και φέτος η συζήτηση για το πώς είναι το σχολείο σήμερα, αν οι κατευθύνσεις του Υπουργείου απαντούν στις αγωνίες των μαθητών. Με αυτή την αφορμή ο «Οδηγητής» συζήτησε με τον σ. Κυριάκο Ιωαννίδη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνο του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ.

«Οδηγητής»: Η κυβέρνηση ψήφισε ακόμα ένα νομοσχέδιο για το σχολείο, ενώ ανακοίνωσε μια σειρά αλλαγές, μεταξύ αυτών για τα αναλυτικά προγράμματα. Όλα αυτά παρουσιάζονται από το Υπουργείο ως αναγκαίος εκσυγχρονισμός. Είναι πράγματι έτσι;

Κυριάκος Ιωαννίδης: Οι αλλαγές που φέρνει η κυβέρνηση της ΝΔ με τον περίφημο νόμο του καλοκαιριού, αλλά και με αυτά που εξήγγειλε για τα αναλυτικά προγράμματα, δείχνουν ένα πράγμα που χρειάζεται να κρατήσουμε: Ότι το ζήτημα της παιδείας είναι σαν κινούμενη άμμος, μέσα από συνεχείς αλλαγές και κινητικότητα. Τι κρύβεται πίσω από αυτό; Πως η αστική τάξη έχοντας την εξουσία επιδιώκει να παρέμβει ουσιαστικά και πιο αποτελεσματικά για τα συμφέροντά της στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του σχολείου. Οι τελευταίες εξαγγελίες για τα αναλυτικά προγράμματα επιβεβαιώνουν την παρέμβαση της αστικής τάξης στο περιεχόμενο, δηλαδή για να το πούμε πιο απλά, τι και πώς διδάσκεται ο μαθητής. Γι’ αυτό το λόγο το ΚΚΕ δίνει πολύ μεγάλη βάση σε αυτό το ζήτημα. Μέσα από εκδηλώσεις, συσκέψεις και αρθρογραφία, το επόμενο διάστημα, θα γίνει προσπάθεια να διαφωτίσουμε ορισμένες πλευρές αυτών των διακηρύξεων.

Ένας ακόμη λόγος των αλλαγών είναι δημοσιονομικός. Η κυβέρνηση θέλει ένα σχολείο φθηνό για το κράτος, ακριβό για τους γονείς και κερδοφόρο για το κεφάλαιο. Ας σταθούμε στο πρώτο ζήτημα. Μπροστά μας έχουμε έναν κρατικό προϋπολογισμό που δεν προβλέπει ούτε έναν μόνιμο διορισμό για όλο το σχολικό έτος, την ίδια στιγμή που 50.000 αναπληρωτές μπαινοβγαίνουν στα σχολεία, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίζεται η απαραίτητη σταθερότητα στη σχέση εκπαιδευτικού-μαθητή, πέρα από το θέμα των εργασιακών δικαιωμάτων των αναπληρωτών.

Υπάρχει μια ακόμα πλευρά, αυτή που όλοι βιώνουμε στο κατά τ’ άλλα «αξιολογημένο» σχολείο. Τα μεγάλα προβλήματα των υποδομών, με τα παιδιά που έστηναν αυτοσχέδιες γέφυρες για να βγουν από το πλημμυρισμένο σχολείο τους, με τους σεισμούς και τα σχολεία που κατέρρευσαν ή έχουν σοβαρά προβλήματα. Ένα μεγάλο ποσοστό των σχολικών μονάδων είναι πάνω από 50 ετών, για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι μόνο ένα 20-25% των σχολικών μονάδων είναι εξοπλισμένο με εργαστήρια φυσικών επιστημών. Τα τελευταία χρόνια μετά την καπιταλιστική κρίση, πραγματοποιήθηκε μείωση των δαπανών για την Παιδεία, της τάξεως των 1,8 δισ.

Το μόνιμο επιχείρημα όλων των κυβερνήσεων είναι ότι λεφτά δεν υπάρχουν. Ας σκεφτούμε όμως πόσα λεφτά δίνονται κάθε χρόνο για ΝΑΤΟϊκές δαπάνες, άσχετες με την άμυνα της χώρας, πόσα λεφτά δίνονται μέσα από φοροαπαλλαγές στο μεγάλο κεφάλαιο.

Ταυτόχρονα, δίπλα στις τεράστιες ελλείψεις φανερώνονται και τεράστιες δυνατότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο σεισμός στη Λάρισα: Μέσα σε 3 μήνες φτιάχτηκε ένα σύγχρονο σχολείο (με εμπλοκή φυσικά του ιδιωτικού τομέα). Γιατί η κυβέρνηση δεν αξιοποιεί αυτές τις δυνατότητες για να προχωρήσει ένα θαρραλέο πρόγραμμα ανέγερσης νέων σχολικών μονάδων χωρίς την παρέμβαση του ιδιωτικού τομέα; Άρα, λοιπόν, τεχνογνωσία υπάρχει, πλούτος υπάρχει, ο οποίος όμως διοχετεύεται σε άλλες κατευθύνσεις με προϋπόθεση την κερδοφορία του κεφαλαίου.

Ταυτόχρονα, το σχολείο γίνεται πιο ακριβό για τους γονείς. Χρόνια τώρα βάζουν από την τσέπη τους ολοένα και περισσότερα είτε για φροντιστήρια είτε για δραστηριότητες μετά το σχολείο. Με την αξιολόγηση που πραγματοποιείται με τα κριτήρια που αναφέραμε πριν, το σχολείο γίνεται ακόμα πιο ακριβό, γιατί διαμορφώνονται σχολεία όχι δύο, αλλά πολλαπλών ταχυτήτων, ενώ ταυτόχρονα στο εσωτερικό κάθε τμήματος ενισχύονται ακόμα περισσότεροι διαχωρισμοί. Το σχολείο δε βρίσκεται σε μια γυάλα, έχουμε απέναντί μας ένα τρομερό κύμα ακρίβειας, ανεργίας, υποαπασχόλησης. Όλα αυτά επιδρούν καταλυτικά στον μαθητή και τελικά στο ίδιο το επίπεδο του σχολείου. Το κατά τ' αλλά αυτόνομο σχολείο εξαρτάται από την τσέπη των γονιών. Aς αναρωτηθούμε αν έχει τη δυνατότητα ένας μαθητής να πάει μία εκδρομή π.χ. αν δεν έχουν οι γονείς του την οικονομική δυνατότητα.

Τέλος, στα σχέδιά τους, έχουν ένα σχολείο κερδοφόρο για το κεφάλαιο. Μπροστά σε αυτό το σκοπό το κράτος δεν «τσιγκουνεύεται». Θα δοθεί 1 δισ. για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων στο εκπαιδευτικό σύστημα, 300 εκ. για ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης. Άρα λεφτά δίνονται, το θέμα είναι σε ποια κατεύθυνση.

UntKKitled

«Ο»: Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι θετικό στοιχείο η ενίσχυση των δεξιοτήτων στο σχολείο, που έτσι κι αλλιώς είναι κατεύθυνση που προωθείται από κάθε κυβέρνηση πολλά χρόνια τώρα. Γιατί το ΚΚΕ εναντιώνεται σε αυτή την κατεύθυνση;

Κ.Ι: Τις δεξιότητες δεν τις αντιμετωπίζουμε με αμηχανία. Υπάρχουν ζητήματα που η εξέλιξη της επιστήμης, της τεχνολογίας επιτάσσουν ο μαθητής να τις χρησιμοποιεί, μια σειρά επίκαιρα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις των δύο φύλων, το περιβάλλον κ.ά. Δεν αρνούμαστε κάτι τέτοιο, ίσα-ίσα λέμε ότι είναι αναγκαία και αυτή η συζήτηση, όμως το Υπουργείο με τις παραπάνω αναβαθμίσεις δεν εννοεί αυτό.

Οι δεξιότητες που επιδιώκονται από το Υπουργείο είναι δεξιότητες για την αγορά εργασίας, οι οποίες έχουν ημερομηνία λήξης. Ο ίδιος ο ΣΕΒ αναφέρει ότι οι δεξιότητες κάθε 2-2,5 χρόνια απαξιώνονται. Τι σημαίνει αυτό για ένα παιδί στη μαθητεία για παράδειγμα; Ότι συνεχώς θα ζει στο άγχος και την αβεβαιότητα, αν η δεξιότητά του έχει ημερομηνία λήξης, αν θα πεταχτεί στην ανεργία, αν θα μειωθεί ο μισθός του. Άρα τελικά το θέμα είναι σε ποια υποδομή και σε τι σχολείο θα είναι ενταγμένες αυτές οι δεξιότητες.

Ένα ακόμα θέμα που εκφράζεται μέσα και από την Τράπεζα Θεμάτων, είναι ότι οδηγούν τον εκπαιδευτικό σε ένα μάθημα τυποποιημένο, αναζήτησης των «sos». Όσο «τρέχει» με τον ρυθμό που του επιβάλλει το υπουργείο, ενισχύονται δύο κατηγορίες μαθητών: Από τη μία αυτοί που μπορούν να προσαρμοστούν σε αυτούς τους ρυθμούς, γιατί μπορούν να πάνε φροντιστήριο για παράδειγμα και από την άλλη παιδιά που μένουν στην απ’ έξω. Επίσης, αυτοί οι ρυθμοί «sprint» εμποδίζουν τη δημιουργία μιας ουσιαστικής συζήτησης για ζητήματα που σε αυτή την κρίσιμη ηλικία απασχολούν τα παιδιά.

Γι’ αυτούς τους λόγους και το σύνθημα «Σχολείο να μορφώνει και όχι να εξοντώνει», αγκαλιάστηκε από χιλιάδες μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς.

«Ο»: Αναφερθήκατε σε ένα σημείο για τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό. Είναι δεδομένο ότι οι σημερινοί μαθητές είναι εξοικειωμένοι με τα τεχνολογικά μέσα περισσότερο από ό,τι προηγούμενες γενιές. Σε αυτό τον τομέα το σχολικό περιβάλλον μοιάζει απαρχαιωμένο. Εδώ και χρόνια ακούμε εξαγγελίες από όλες τις κυβερνήσεις για αλλαγές που αφορούν σε ζητήματα του ψηφιακού εκσυγχρονισμού, ενώ αντίστοιχα τα ίδια ανέφερε και η κυβέρνηση στην ανακοίνωσή της. Τι συμβαίνει ακριβώς με αυτό;

Κ.Ι: Ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός πατάει πάνω σε δύο μεγάλες ανάγκες: Aπό τη μία έχουμε την ΕΕ που έχει θέσει ως στόχο την ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων, αυτό που ονομάζουμε «ψηφιακός γραμματισμός» και από την άλλη η ανάγκη που καλύπτεται μέσα από τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό είναι αυτή για ζεστό χρήμα στα μονοπώλια, π.χ. χρήματα για τα voucher που πάνε κατευθείαν στα ταμεία των μονοπωλίων αυτών των κλάδων.

Προφανώς και δεν είμαστε αντίθετοι στην ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων. Ακόμη ένα ζήτημα που προκύπτει είναι ότι τα ΜΚΔ, το διαδίκτυο έχουν και έναν ιδεολογικό ρόλο, δεν μπορούν (και είναι φυσιολογικό να μην μπορούν) να δημιουργήσουν μορφωτικά αντισώματα, απέναντι στον όγκο πληροφοριών που βομβαρδίζουν το μαθητή σήμερα. Το θέμα είναι πώς αυτή η εξοικείωση με τα σύγχρονα μέσα παραγωγής, θα πατάει σε ένα στέρεο υπόβαθρο, πώς το ίδιο το σχολικό πρόγραμμα θα δημιουργήσει το ίδιο αυτά τα μορφωτικά αντισώματα. Όταν μαθαίνουμε να γράφουμε και να οργανώνουμε τη σκέψη μας με όρους social media και μετρημένων 280 χαρακτήρων στο twitter, φτωχαίνει η σκέψη. Άρα χρειάζεται να οραματιστούμε με διαφορετικό τρόπο το εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς να κοιτάμε με αμηχανία και φοβικά τέτοιες εξελίξεις.

Φυσικά υπάρχει και η στρεβλή κοινωνικοποίηση που προωθείται μέσα από τα ΜΚΔ, που εντάθηκε μέσα στην πανδημία και τα αλλεπάλληλα lockdown. Εδώ το θέμα έχει να κάνει με τους ρυθμούς ζωής των μαθητών, τους χώρους που έχουν οι μαθητές για να ξεσκάνε, να δημιουργούν, να έχουν πρόσβαση στον αθλητισμό, τον πολιτισμό. Αυτά έρχονται να δείξουν ότι είναι μονόπλευρη και τελικά «κουτσή» η αντίληψη του αστικού κράτους για τις ψηφιακές δεξιότητες.

«Ο»: Αναφερθήκατε στην αξιολόγηση. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι υπάρχει προβληματισμός από μαθητές για τη γνώση που παίρνουν τόσο από το σχολείο όσο και από καθηγητές τους. Θα μπορούσε η αξιολόγηση των καθηγητών που νομοθέτησε το Υπουργείο να είναι απάντηση σε αυτό το πρόβλημα;

Κ.Ι: Η αξιολόγηση είναι μια πολύ όμορφη λέξη, όμως αν τη δούμε πιο «βαθιά» και «τι τελικά αξιολογείται» στους αλλεπάλληλους νόμους που έχουν ψηφιστεί θα διαπιστώσουμε ότι μάλλον αλλού πάει το πράγμα. Αρχικά δεν υπάρχει κανείς που δεν αξιολογεί τον εαυτό του: O εκπαιδευτικός μετά το μάθημα αξιολογεί την προσπάθεια του, οι ίδιοι οι μαθητές αξιολογούν τους καθηγητές τους. Είναι ανάγκη να στηριχτούν οι εκπαιδευτικοί και η σχολική μονάδα για να γίνεται το μάθημα σωστά. Αυτό απαιτεί διαφορετικό πρόγραμμα σπουδών, επιστημονικά θεμελιωμένο που να βοηθάει ολόπλευρα τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές.

Άλλο ένα ζήτημα είναι το για ποια αξιολόγηση μας μιλούν όταν υπάρχουν εκπαιδευτικοί στο Λύκειο που διδάσκουν μαθήματα άσχετα με το αντικείμενό τους. Ο φυσικός να διδάσκει Χημεία και Μαθηματικά, ο φιλόλογος ξένης γλώσσας να διδάσκει Ιστορία. Πολύ περισσότερο που υπάρχουν χιλιάδες κενά που δεν καλύπτονται, πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα που καλύπτονται το Γενάρη.

Ακόμη ένα θέμα στους συγκεκριμένους νόμους είναι πώς αξιολογείται η παιδαγωγική σχέση. Το Υπουργείο αξιολογεί το σχολείο για το αν παραχωρεί σε ιδιώτες τις σχολικές υποδομές, για το αν αναζητά χορηγούς, για το πώς διαχειρίζεται το προσωπικό του, δηλαδή τα κενά του.  Αλήθεια, αυτό είναι δουλειά του σχολείου ή του Υπουργείου; Αυτά αξιολογούν.

Ισχυρίζονται ότι αξιολογούν τα μαθησιακά αποτελέσματα, δηλαδή τι έμαθαν οι μαθητές, λες και είναι μόνο ευθύνη του σχολείου, την ίδια ώρα που διεθνείς έρευνες αποδεικνύουν  ότι  οι μαθησιακές επιδόσεις είναι κατά 60% αποτέλεσμα του οικογενειακού περιβάλλοντος και μόνο κατά 20% αποτέλεσμα της επίδρασης του σχολείου. Άρα τα μαθησιακά αποτελέσματα εκφράζουν τις άνισες αφετηρίες από τις οποίες ξεκινούν οι μαθητές, αυτές είναι που πρέπει να αλλάξουν. Παράλληλα το σχολείο πρέπει να στηριχθεί για να συμβάλει στο 20% που του αναλογεί.

Αυτή είναι η αξιολόγηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν ευθύνη και εκπαιδευτικοί που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, που μπαίνουν εμπόδιο στις διεκδικήσεις των μαθητών. Και από την άλλη πλευρά αν μια μικρή μειοψηφία λόγω άλλων προβλημάτων (ασθένειας κτλ) δεν μπορούν να μπουν μέσα στην τάξη, και εκεί υπάρχουν τρόποι να διοχετευθεί η εργασία τους αλλού, σε διοικητικές θέσεις κτλ.

«Ο»: Συνεχώς καταγράφονται προβλήματα στις σχολικές υποδομές, από σοβάδες που πέφτουν, μέχρι σχολικά εργαστήρια χωρίς εξοπλισμό κ.ά. Πριν λίγο αναφέρατε ότι το σχολείο πλέον αξιολογείται και για το κατά πόσο αξιοποιεί τις υποδομές του, τις παραχωρεί σε ιδιώτες, αναζητά χορηγούς κτλ. Θα μπορούσε το πρόβλημα των απαρχαιωμένων και επικίνδυνων υποδομών να λυθεί σε αυτή την κατεύθυνση;

Κ.Ι: Εμείς λέμε από θέση αρχής ότι το σχολείο είναι δημόσιος χώρος και μέσα σε αυτό δεν έχουν ρόλο οι επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα μελετάμε όσα προκύπτουν από την διεθνή και εγχώρια πείρα. Όταν μια επιχείρηση μπαίνει στο σχολείο στόχος της είναι η διαφήμιση, άρα οι μαθητές είναι ένα «target group» για αυτή, ενώ ενδεχομένως να ανοίγει και ο δρόμος για φοροαπαλλαγές μέσω δωρεών. Επιπλέον, το ζήτημα των υποδομών δεν θα λυθεί στα χιλιάδες σχολεία που έχει η Ελλάδα αφού το πιθανότερο είναι οι εταιρείες  να ξεχωρίσουν 1-2 σχολεία με σκοπό να διαφημίσουν την «εταιρική κοινωνική ευθύνη» τους.

Ακόμα, η παρέμβαση των επιχειρήσεων στο σχολείο έχει και απαιτήσεις παρέμβασης στο περιεχόμενο. Για παράδειγμα σε ένα ΕΠΑΛ μια επιχείρηση θα δεχτεί να γίνει χορηγός, δίνοντας παράλληλα ένα δικό της λογισμικό για να διδαχθεί στους μαθητές. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, αυτό το πρόγραμμα θα απαξιωθεί επιφέροντας συνέπειες και στον απόφοιτο αφού η γνώση που έχει είναι πλέον παρωχημένη.

Αν πραγματικά ήταν αυτό το μόνο θέμα στο σχολείο και η κυβέρνηση ήθελε να το λύσει,  τότε θα μπορούσε να εξοικονομήσει λεφτά από τις φοροελαφρύνσεις στο κεφάλαιο και τις ΝΑΤΟϊκές δαπάνες, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα σχολεία, μία ανάγκη που ούτως ή άλλως έχει ζωτική σημασία σήμερα.

«Ο»: Το ΚΚΕ σταθερά τοποθετείται στις αλλαγές που γίνονται στην εκπαίδευση, λέγοντας ότι χτυπιέται ο γενικός χαρακτήρας της μόρφωσης. Τι ακριβώς εννοεί με αυτό;

Κ.Ι: Ως σύγχρονη Γενική Παιδεία δεν εννοούμε το ΓΕΛ ούτε το Γυμνάσιο σήμερα, πρόκειται για τη σύνδεση θεωρίας και πράξης, να επιβεβαιώνονται αυτά που μαθαίνει ο μαθητής μέσα από τη δραστηριότητά του. Θα μου πείτε, μια πλευρά είναι τα εργαστήρια. Ας σταθούμε σε μια άλλη: Για παράδειγμα, να πάρουμε το μάθημα της Ιστορίας, όπου γίνεται με αποστεωμένο τρόπο, με ξερή παπαγαλία και αποστήθιση γεγονότων, χωρίς αναφορά στο ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο της κάθε εποχής με ουσιαστικό τρόπο. Εδώ υπάρχει η σοσιαλιστική πείρα του 20ου αιώνα, όπου υπήρχαν ειδικά διαμορφωμένες τάξεις ιστορίας, με χάρτες κτλ., όπως υπήρχαν και εργαστήρια φυσικών επιστημών. Αν αυτά γίνονταν πριν 50 χρόνια καταλαβαίνετε σήμερα τι δυνατότητες υπάρχουν.

Σύγχρονη γενική παιδεία είναι να οδηγείται ο μαθητής μέσα από τα μαθήματά του στο βασικό συμπέρασμα ότι ο κόσμος είναι γνώσιμος, έχει νόμους και νομοτέλειες που μπορεί να μάθει, κόντρα στο δηλητήριο που διδάσκεται, ότι ο καθένας μπορεί να έχει μια γνώμη που να κοιτάει ένα φυσικό ή κοινωνικό νόμο από μια πλευρά. Αυτό το ουσιαστικό συμπέρασμα μπορεί να το δώσει ένα πρόγραμμα σπουδών που βασίζεται σε επιστημονική κοσμοθεωρία, το διαλεκτικό υλισμό, που αναδεικνύει τις βασικές αρχές κίνησης του κόσμου σε όλες τις μορφές του. Ακόμα και για τον ρόλο του ανθρώπου στην εξέλιξη της ιστορίας, στο προχώρημα των κοινωνιών, μέσα από την ταξική πάλη, τις επαναστάσεις. Εδώ να σημειώσουμε ότι στα προγράμματα σπουδών σήμερα, η επανάσταση ταυτίζεται με την αναστάτωση και την παθολογία.

Μου έρχεται στο μυαλό ένα ωραίο απόσπασμα στην πρόταση της Μαθητικής Επιτροπής του ΚΣ, για το σχολείο που έχουμε ανάγκη σήμερα, ότι το σχολείο ξεμπερδεύει με απόψεις που ακούγονται και σήμερα, που λένε ότι «αφού δε θα γίνεις ζωγράφος, γιατί να μάθεις τέχνες», «αφού δε θα γίνεις πρωταθλητής, γιατί να ασχοληθείς με τον αθλητισμό», «αφού δε θα γίνεις φυσικός, γιατί να ξέρεις φυσική», «αφού δε θα γίνεις ιστορικός, γιατί να ξέρεις ιστορία;» Ένας σοβιετικός παιδαγωγός έλεγε ότι «από όλα τα μαθήματα, όταν τελειώσεις το σχολείο, μία πρέπει να είναι η ειδικότητα: άνθρωπος».

Πού μας έχει οδηγήσει το σημερινό σχολείο; Με κορυφαίους μαθητές που γράφουν 18 και 19 και ένα μήνα μετά ξεχνούν αυτά που έχουν μάθει. Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί το στοιχείο της αποστήθισης ήταν ανεπτυγμένο, αλλά το «να έχει αξία για εμένα» αυτή η γνώση είχε ημερομηνία λήξης. Άρα η πρότασή μας βρίσκεται στον αντίποδα αυτού που επιδιώκει η αστική τάξη. Δεν αφορά μόνο το σχολείο του σοσιαλισμού, είναι για να εξοπλίζει στο σήμερα τον τρόπο σκέψης πολλών περισσότερων μαθητών, που προβληματίζονται, που έχουν ερωτηματικά και αδιέξοδα, τα οποία το σχολείο ούτε λύνει ούτε απαντά, αλλά σαν κομμάτι της αστικής κοινωνίας δημιουργεί. Με αυτά τα παιδιά μπορούμε να βαδίσουμε μαζί, να γίνει η ΚΝΕ ακόμα πιο πρωτοπόρα σε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής, σε καθετί που αφορά τη ζωή ενός μαθητή. Ο Μαρξ έλεγε «κάθε τι ανθρώπινο δε μου είναι ξένο», ούτε μπορεί να μας είναι, ούτε μας είναι ξένο. Ειδικά μιλώντας για μαθητές αυτή η φράση έχει πολλαπλάσια αξία.